- φτωχοπροδρομισμός
- οη τάση να γίνεται λόγος από φτωχό για τα βάσανα της φτώχειας του και να ζητιέται με παρακάλια και ικεσίες από τον ίδιο η βοήθεια γνωρίμων και πλουσίων.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.